Γενικευμένη αυτοδιάθεση

Γενικευμένη αυτοδιάθεση ονομάζεται το πολιτικό αίτημα να είναι ο κάθε κοινωνικός άνθρωπος ελευθερόφρων, αυτοπροαίρετος, αυτεπίτακτος και αυτεξούσιος, να απολαμβάνει χωρίς όρους και προϋποθέσεις τα πολιτικοθεσμικά και οικονομικοκοινωνικά μέσα που τον καθιστούν ικανό να μετέχει στον ιστορικά κατακτημένο βαθμό ελευθερίας και στην πολιτισμική ακεραιότητα της ιστορικής ολότητας.

Παρασκευή 22 Απριλίου 2016

Αλ. Αλαβάνος - Μ.Α.Α.: Ανακοινώσεις - δηλώσεις (Μάρτιος 2012)

1) Αλέκος Αλαβάνος : «Συμμαχία για Δουλειές, Συμμαχία κατά του Ευρώ»


Είναι συνηθισμένο να σχηματοποιούμε τις σκέψεις μας για τη δράση όταν βρισκόμαστε εκτός δράσης. Στο αεροπλάνο, όταν έχει αναταράξεις. Με μια βαρετή παρέα. Μια συννεφιασμένη Κυριακή με νοτιά.
Συνέλαβα τον εαυτό μου να επιχειρεί να σχηματοποιήσει σκέψεις για το ευρώ πριν τρεις μέρες όταν για πολλές ώρες δεν μπορούσα ούτε κουβέντα να κάνω, ούτε βιβλίο να διαβάσω, ούτε στο διαδίκτυο να περιηγηθώ. Παρότι το θέμα ήταν απλό, ένας "γεροντικός καταρράκτης", απαιτούσε μια πολύωρη αναμονή μέσα στο χειρουργείο.
Ο όρος «χειρουργείο» χρησιμοποιείται συχνά στην πολιτική. « Η Ελλάδα είναι όπως εσείς, στο χειρουργείο» μου είπε ένας γιατρός που περνούσε από το φορείο. 

Άλλο όμως είναι το θέμα εδώ. Σε ένα τέτοιο χώρο, όχι οικείο, με πράσινους ανθρώπους και πράσινα υφάσματα, υπάρχει μια ατμόσφαιρα μάχης για τη ζωή που δεν μπορεί όμως να εξουδετερώσει την αίσθηση φθοράς ή και θανάτου. Οι σκέψεις, ακόμα και πολιτικές ή επαγγελματικές, διαρρηγνύουν τα όρια του καθιερωμένου, διαποτίζονται από το βαθύ πόνο της ανθρώπινης διαδρομής.
 Η τελευταία εικόνα που είδα στον διάδρομο πριν το θάλαμο της επέμβασης ήταν μια κοπέλα – πεντάμορφη σε ένα φορείο, βασανισμένη όμως, με ολική νάρκωση.
 Υπάρχει ζωή πια για τη νεολαία; Για την παιδεία της; Για τις δουλειές της; Για τη χαρά της δημιουργίας; Για την αξιοπρέπειά της;
Τέτοια ερωτήματα καθορίζουν σήμερα τις συντεταγμένες της δράσης του Μετώπου Αλληλεγγύης και Ανατροπής.
 Είναι πάνω από δύο χρόνια που το συγκροτήσαμε. Ήταν δύσκολες στιγμές. Βρισκόμαστε σε πολιορκία όχι από δυνάμεις έξω από τα τείχη, άλλα κυρίως από μέσα.
 Μπορούσαμε να κάνουμε πολύ περισσότερα σε αυτό το διάστημα. Κάναμε όμως και πράγματα μοναδικά, ειδικά στις αριστερές πολιτικές επεξεργασίες μας για μια εντελώς ανεξερεύνητη κρίση, μιας χώρας ενταγμένης σε μια Οικονομική και Νομισματική Ένωση. Ο «αδύναμος κρίκος». «Το πειραματόζωο». Το «κεντρικό θέμα το Σύμφωνο Σταθερότητας». «Το ελικόπτερο του πρωθυπουργού». «Το δημοψήφισμα» κι «οι εκλογές». «Η Βουλή της ντροπής». « Το ευρώ δεν είναι ταμπού». «Η πλατεία Συντάγματος – πλατεία Ταχρίρ».
 Μας περιπαίζουν όταν τα λέμε. Μας μιμούνται όταν τα έχουμε πει.
 Από τη μέρα που εκδηλώθηκε η κρίση μέχρι σήμερα η ιστορία έχει προχωρήσει πολύ, με ήττες κατά συρροή για τον λαό. Οι εισβολείς είναι πια μέσα στο ιερό, βεβηλώνουν την Αγία Τράπεζα του κόσμου της εργασίας: τον κατώτατο μισθό, το επίδομα ανεργίας.
 Είμαι σίγουρος αυτές τις δραματικές στιγμές ότι θα προχωρήσουμε με την ίδια τόλμη που είχαμε στην πορεία μας. Και εννοώ στο πολυσυζητούμενο θέμα της αποχώρησης από το ευρώ. 

Πρώτο, η θέση «καμία θυσία για το ευρώ» ανήκει στο παρελθόν. 
Σήμερα η αριστερά – είτε αυτοονομάζεται «αντικαπιταλιστική», είτε «σοσιαλιστική», είτε «ανατρεπτική» σε σχέση με την ταυτότητα και τους στόχους της – έχει να δώσει σαφή απάντηση στα απεγνωσμένα ερωτήματα κάθε εργαζόμενου.
Πώς θα βρω δουλειά;
Πώς δεν θα χάσω τη δουλειά μου;
Πώς η δουλειά μου δεν θα είναι ένας εξευτελισμός;
Πώς τα παιδιά μου δεν θα ξενιτευτούν γιατί δεν έχουν δουλειά;
Πώς με τόση δουλειά μιας ζωής, η σύνταξη δεν θα είναι πενταροδεκάρες;
Πώς θα έχουν δουλειά οι γείτονες, να ξανανοίξω το μαγαζί μου;
Σε αυτά τα ερωτήματα οφείλουμε κατά προτεραιότητα να αποκριθούμε. Με τεκμηρίωση όχι με αοριστίες. Με ειλικρίνεια κι όχι με παραπλάνηση. Με αίσθηση των κινδύνων κι όχι με επιπολαιότητα.
Οι απαντήσεις θα καθορίσουν τη θέση μας σε όλα σχεδόν τα ζητήματα – και στο θέμα του νομίσματος.
 Εδώ και δυο χρόνια έχουμε πει «καμιά θυσία για το ευρώ». Ήταν ένα βήμα μπροστά. Και μια γέφυρα συνάντησης ριζοσπαστικών δυνάμεων με διαφορετικές θέσεις.
Σήμερα όμως;
Οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας θυσιάσθηκαν.
Η μονιμότητα στο δημόσιο θυσιάσθηκε.
Οι μισθολογικές κατακτήσεις θυσιάσθηκαν.
Οι συντάξεις θυσιάσθηκαν.
Οι θέσεις εργασίας θυσιάσθηκαν.
Το Εργατικό Δίκαιο θυσιάσθηκε.
Η νεολαία θυσιάσθηκε.
Η Δημόσια Περίθαλψη θυσιάσθηκε.
Τα ασφαλιστικά ταμεία θυσιάσθηκαν.
Η συνταγματικά κατοχυρωμένη λαϊκή κυριαρχία θυσιάσθηκε.
Η εθνική ανεξαρτησία θυσιάσθηκε.
Η δημόσια περιουσία θυσιάζεται.
Τι άλλο να περιμένουμε για να ισχύσει το «καμιά θυσία για το ευρώ»; Να έρθουν οι Τεύτονες Ιππότες της Μέρκελ και του Άκερμαν μέσα στις κρεβατοκάμαρές και να αρπάξουν τις γυναίκες μας;
Για όσους στην αριστερά αρνούνται να θέσουν θέμα ευρώ, τι προσδοκούν σήμερα, που έχει εξαντληθεί το όποιο όριο διαπραγμάτευσης υπήρχε τους πρώτους μήνες της κρίσης; Την αποδοχή της διαγραφής του χρέους; Την αποκατάσταση των εργασιακών δικαιωμάτων; Το Σχέδιο Μάρσαλ, που είχε πληρώσει ο ελληνικός λαός με τις εξορίες, τις παρανομίες και τελικά τη Χούντα; Τη μετατροπή της Γερμανίας σε εισαγωγική χώρα, χώρο υποδοχής των εξαγωγών μας; Την επιστροφή της δημόσιας περιουσίας;
Το να μιλάς σήμερα για «απεμπλοκή από τη δανειακή σύμβαση», «ανατροπή της λιτότητας» ή για «εθνική ανεξαρτησία» μέσα στην Ευρωζώνη, είναι «σαμαρισμός» χωρίς Σαμαρά. Και ορμητικό πέρασμα της αναξιοπιστίας στο χώρο της αριστεράς.
Δεν είναι σοβαρή άποψη αυτή. Τη στιγμή μάλιστα που δηλώνεται ανοικτά ότι η ευρωζώνη έχει έτοιμο σχέδιο για τη χρεοκοπία και την αποχώρηση της Ελλάδας και της Πορτογαλίας από το ευρώ.
Αν ίσχυε αυτό που λέγεται, δυστυχώς και από το ΚΚΕ, « είτε με ευρώ είτε με άλλο νόμισμα» τα ίδια προβλήματα θα έχουμε, τότε καταργείται η πολιτική και ταξική πάλη. Η νομισματική πολιτική δεν μια τεχνική – συμπυκνώνει τις σχέσεις εξουσίας και οικονομικής κυριαρχίας. Με το ευρώ είναι δεδομένες, συνταγματικά κατοχυρωμένες με τις Ευρωπαϊκές Συνθήκες. Η πλήρης κυριαρχία του κεφαλαίου επί της εργασίας. 

Δεύτερο, η ριζοσπαστική νοηματοδότηση της αποχώρησης από την Ευρωζώνη. 
Με ένα άλλο νόμισμα, σε συνθήκες στοιχειώδους δημοκρατίας, η πορεία δεν είναι δεδομένη. Δεν είναι δεδομένο ότι θα είναι ούτε υπέρ του κεφαλαίου ούτε υπέρ του κόσμου της εργασίας. Αυτό όμως είναι σημαντικότατη διαφορά. Δημιουργεί, δεν αποκλείει, τη δυνατότητα ανατροπής.
Με την παραμονή στην Ευρωζώνη η έκβαση είναι δεδομένη υπέρ του κεφαλαίου. Με την αποχώρηση η έκβαση θα εξαρτηθεί από μια σκληρότατη ταξική αναμέτρηση, που με τις σημερινές συνθήκες καθολικής επίθεσης της τρόικα ενάντια στην κοινωνία, μια πλατειά συμμαχία από την εργατική τάξη μέχρι τα μεσαία στρώματα μπορεί να δώσει τη δική της λαϊκή εκδοχή για το νόμισμα.
Με αυτή την έννοια το νέο νόμισμα ως αίτημα αλλαγής είναι απαραίτητο, αλλά δεν αρκεί. Σε ένα πλαίσιο επιβολής από έξω και αιφνιδιασμού θα μπορούσε να οδηγήσει στο χάος της ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας και αποπομπής. Σε ένα πλαίσιο πλήρους ανετοιμότητας των λαϊκών δυνάμεων θα μπορούσε να οδηγήσει σε ακόμα πιο άγριες συντηρητικές λύσεις ή και σε καταστάσεις εκτροπής. Σε ένα πλαίσιο ετοιμασίας του υποκειμενικού παράγοντα και ενημέρωσης του λαού θα οδηγήσει μέσα από το σημερινό δύσβατο μονοπάτι στην ανοικτή θάλασσα.
Η έξοδος από το ευρώ νοηματοδοτείται ριζοσπαστικά μόνο αν συνδυασθεί με μια ομάδα κεντρικών μετασχηματισμών: Παύση πληρωμών. Δημόσιες Τράπεζες. Σχεδιασμός. Παραγωγική ανασυγκρότηση. Λαϊκές, διαφανείς και αποτελεσματικές κρατικές υπηρεσίες. Νέα θέση στον διεθνή καταμερισμό. Εργατικός έλεγχος. Αντιεξουσιαστική κουλτούρα και αυτοοργάνωση. Δημόσιες υπηρεσίες για την κοινωνία. Δημοκρατία.
Αλλά και αυτά δεν αρκούν, είναι μια έκθεση ιδεών αν δεν αρθρωθούν πάνω στα συγκεκριμένα προβλήματα των πολιτών. Την αύξηση της απασχόλησης. Τις οικονομίες και τις λαϊκές καταθέσεις. Την προστασία της παραγωγής. Τα δάνεια. Το άνοιγμα των μαγαζιών. Την αναγέννηση της αγροτικής παραγωγής. 

Τρίτο, Πώς να αλλάξουμε την Ευρώπη; 
Υπάρχει η άποψη ότι το σημαντικό είναι «να αλλάξουμε την Ευρώπη». Το να υποστηρίζουμε ότι «θα αλλάξουμε την Ελλάδα» μας καταγράφει σε ένα απουσιολόγιο λιποταξίας από ένα διεθνιστικό αγώνα, σύμφωνο με τις παραδόσεις της αριστεράς.
Είναι θεμιτές αυτές οι ανησυχίες. Και τροφοδοτούνται αθέλητα από απόψεις ότι η δραχμή, και το κάθε εθνικό νόμισμα, αποτελεί ένα είδος viagra για μια σοσιαλιστική έγερση.
Η έξοδος από το ευρώ δεν σημαίνει έξοδο από τον πλανήτη. Αντίθετα είναι απελευθέρωση από τους παραμορφωτικούς και γελοιογραφικούς φακούς που αλλοιώνουν και ακυρώνουν τους πιο ευνοϊκούς όρους που μπορεί η Ελλάδα να συμμετάσχει στον διεθνή καταμερισμό της εργασίας. Και ταυτόχρονα είναι μια πρόταση με βαθύ διεθνιστικό περιεχόμενο για μια υπερεθνική συνεργασία στηριγμένη στη δικαιοσύνη, το αμοιβαίο όφελος, όπως γίνεται στη Λατινική Αμερική. Για αυτό και θέλει πολύ συζήτηση αν ο όρος «δραχμή» μπορεί να εκφράσει αυτό το νόημα.
Αν δεν ήταν έτσι, θα έπρεπε να ζητήσουμε αναδρομικά συγγνώμη γιατί υποστηρίξαμε - και επιμένουμε και μετά τη διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας – στην έξοδο από το ΝΑΤΟ, φορέα μιας προωθημένης πολιτικής και στρατιωτικής ολοκλήρωσης, και δεν ζητάμε να μείνουμε μέσα να το αλλάξουμε όλοι μαζί.
Αν υπάρχει όμως μια δυνατότητα με κάποια στοιχεία ρεαλισμού η σταθερά της αντίδρασης να γίνει μεταβλητή, άρα ανατρέψιμη, στη γηραιά ήπειρο, είναι σε χώρες - αδύναμους κρίκους να γεννηθούν διαδικασίες εξέγερσης, να συλληφθεί και να καρατομηθεί στη γκιλοτίνα ο συμβολικός Λουδοβίκος ΙΣΤ΄ της εποχής μας, το ευρώ, που αποτελεί το ενοποιητικό στοιχείο του σημερινού βασιλείου της αντίδρασης.
Με αυτό τον τρόπο ένα άνεμος ελευθερίας είναι δυνατό να ξαναφέρει την ελπίδα σε όλη τη γηραιά ήπειρο. Και να γεννήσει ένα αφάνταστο κίνημα διεθνιστικής συμπαράστασης προς τον λαό που τόλμησε.
Ας μη ξεχάσουμε τόσο γρήγορα τα μαθήματα από την αραβική άνοιξη. Η εξέγερση σε μια επαρχιακή πόλη της Τυνησίας άλλαξε και αλλάζει την εικόνα όλου του αραβικού κόσμου.
Είναι παρήγορο και καλωσορίζεται το «We are all Greeks», όμως έχει μια πικρή γεύση ελεημοσύνης. Σε μεγάλο βαθμό από την Αριστερά εξαρτάται να πάρει ένα νεανικό, περήφανο, επαναστατικό, οραματικό χαρακτήρα, όπως είχε γίνει κάποτε με τη Δημοκρατική Ισπανία, με το Βιετνάμ, με τη Βολιβία πρόσφατα. Μια μαχητική κραυγή κοινής ταυτότητας όπως με το «nous sommes tous indesirables” του Μάη του ’68. 

Τέταρτο, Να πούμε την αλήθεια στο λαό; 
Υπάρχει η άποψη – και τη βλέπουμε να προβάλλεται ως επιχείρημα υποστήριξης της κίνησης Θεοδωράκη – ότι ένα μέτωπο δεν μπορεί παρά να στηρίζεται σε αυτά που υιοθετεί σήμερα ευρύτατα ο λαός: Ανεξαρτησία – Δημοκρατία – Όχι στην Κατοχή – Οι Κλέφτες φυλακή – Ότι θέλει ο λαός.
Ασφαλώς πρέπει να είναι βασικό στοιχείο στη στρατηγική μας η υποκειμενική διάθεση της κοινωνίας ή του κόσμου της εργασίας. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι μας απαλλάσσει όχι από το δικαίωμα, αλλά από τη βαθιά υποχρέωση να της πούμε θαρρετά την άποψή μας.
Το να κρύψουμε το θέμα του νομίσματος κάτω από το χαλί γιατί δεν το φωνάζει ή αντιτίθεται μεγάλο μέρος του λαού, αυτό σημαίνει ότι ακυρώνουμε κάθε έννοια πρωτοπορίας – κι όχι απαραίτητα με την ερμηνεία του Λένιν – διορατικότητας και στρατηγικής ικανότητας, που περιλαμβάνονται με όρους δημοκρατίας και ιδεών στον ορισμό της αριστεράς. Δεν είναι σύμπτωση που οι απόψεις αυτές συνυπάρχουν με την απάλειψη του ρόλου της αριστεράς. Κι έχουμε φθάσει να γίνονται συζητήσεις για την αλλάγή πλάι πλάι με τον Παπαθεμελή και τον Ζουράρι.
Όταν η αριστερά έβαζε το θέμα του χωρισμού εκκλησίας και κράτους είχε την πολύ μεγάλη πλειοψηφία απέναντί της. Και άλλαξε με ταχύτατους ρυθμούς. Όταν καθηγητές και φοιτητές έβαζαν το άρθρο 16, είχαν τον κόσμο να θέλει ιδιωτικά πανεπιστήμια. Και άλλαξε. Κι ακόμα παλιότερα, για όσους σταυροκοπιούνται έξω από το ηρωικό Πολυτεχνείο, όταν το αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα έθετε τα ριζοσπαστικά του αιτήματα, είχε απέναντί του μια κοινωνία, στο μεγαλύτερο μέρος, συμβιβασμένη, φοβισμένη, αμήχανη.
Υπάρχει και μια δεύτερη άποψη. Η παύση πληρωμών οδηγεί εκ των πραγμάτων στη σύγκρουση με την Ευρωζώνη. Γιατί να μη μείνουμε εκεί; Γιατί να μιλήσουμε και για έξοδο από το ευρώ; Γιατί να αποσυσπειρώσουμε τις δυνάμεις της αλλάγής; Γιατι να μη αφήσουμε το θέμα να έρθει από μόνο του;
Γιατί το χρέος μας πια δεν αφορά κυρίως σε τοκογλυφικές ομάδες κεφαλαίου αλλά σε κράτη, και πίσω από τα κράτη στους φορολογούμενους πολίτες τους. Έτσι τα πράγματα έχουν γίνει ασύλληπτα πιο δύσκολα για να συγχωρούν μισόλογα.
Γιατί είδαμε αυτό που η αριστερά της Ελλάδας καταγγέλει ως την πιο βάρβαρη επίθεση του αιώνα, η κομμουνιστική κυβέρνηση της Κύπρου το αποδέχεται, δηλαδή τη συμφωνία του Οκτώβρη και Δεκέμβρη. Ο δρόμος της αριστεράς για την κόλαση είναι στρωμένος με τις καλύτερες προθέσεις. Και τις καλύτερες παγίδες.
Γιατί αν το εγχείρημα για άλλο νόμισμα θέλει να έχει επιτυχία, χρειάζεται ένα κόσμο της εργασίας όχι αιφνιδιασμένο, τρομοκρατημένο, αλλά προειδοποιημένο, ενημερωμένο, πεισμένο και για αυτό αποφασιστικό.
Γιατί, αν είναι να γίνει ρήξη με το σύστημα, είναι απαραίτητες δυνάμεις έξω από την κουλτούρα του σημερινού συστήματος. Που δεν κρατούν «μυστικά» για πάρτη τους, δεν ψιθυρίζουν, δεν παραμυθιάζουν και δεν κάνουν «κόλπα», αλλά επαναφέρουν τη γλώσσα της ειλικρίνειας και της εντιμότητας.
Η άρνηση συζήτησης για το νόμισμα, πολύ περισσότερο η άρνηση προετοιμασίας για το ενδεχόμενο έστω της αποχώρησης από την Ευρωζώνη, σε συνδυασμό με την προώθηση συνεργασιών σε αντιμνημονιακή βάση και την επιδίωξη να συσπειρωθεί κάθε καρυδιάς καρύδι από τη Χαριλάου Τρικούπη ή από τα πρωινάδικα δεν δημιουργεί καν τη βάση για μια νέα σοσιαλδημοκρατία. Φτιάχνει το νέο πολιτικό χάρτη του συστήματος. Τέτοια φαινόμενα παρατηρούμε και στις διεργασίες για νέα κόμματα από τους μέχρι τώρα κολλητούς του Παπανδρέου και στη ΔΗΜΑΡ αλλά και – δυστυχώς – στον ΣΥΡΙΖΑ. 

Πέμπτο, το Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής και το ευρώ 
Θα θέσει κανείς, τέλος, την ένσταση: Τη θέση αυτή για το ευρώ δεν τη συμμερίζονται συλλογικότητες του ΜΑΑ που συμμετέχουν στο ΣΥΡΙΖΑ και άλλοι σύντροφοι.
Αυτό όμως είναι το χαρακτηριστικό του εγχειρήματος μας, που είναι ένας εμβρυακός χώρος για τη μετωπική συνάντηση δυνάμεων που συμφωνούν στο ελάχιστο αναγκαίο, αλλά δεν ταυτίζονται.
Με τον ίδιο εξάλλου τρόπο πολλοί σύντροφοι δεν συμμερίζονται την συμμετοχή των συλλογικοτήτων αυτών στο ΣΥΡΙΖΑ με τις πολιτικές και τα χαρακτηριστικά που έχει. Σέβονται όμως την επιλογή. Και χαίρονται γιατί αποτελούν την αριστερή πλευρά σε αυτό το χώρο. Και γιατί έχουμε μια θερμή συνεργασία με την ΑΠΟ, την ΑΡΣΥΝΑ, τη ΔΕΑ, την ΚΕΔΑ. Χθές, και ελπίζω και αύριο, με την ΚΟΕ. Εννοείται και το ΑΚΕΠ που είναι πλήρως ενταγμένο στο Μέτωπο.
Πιστεύω λοιπόν ότι πρέπει να ενεργοποιηθούμε άμεσα στην κατεύθυνση της συγκρότησης μιας Συμμαχίας για τις Δουλειές, μιας Συμμαχίας κατά του ευρώ. Η ενωτική δυναμική που μπορούμε να ενεργοποιήσουμε δεν προσδιορίζεται μόνο από τις πολιτικές οργανώσεις που θα μπορούσαμε να συμφωνήσουμε. Προσδιορίζεται κυρίως από την κοινωνική διεργασία και συμμετοχή. Είναι μια επίπονη διαδικασία με συγκρουσιακή διάσταση πέρα και πάνω από τις εκλογές, αλλά, εφόσον κάποια στιγμή γίνει δυνατό , και μέσα στις εκλογές.
Υπάρχει ένα δύσκολο ερώτημα. Μήπως θέτουμε ένα ακόμα προαπαιτούμενο που αποκλείει τη συνεργασία των αριστερών δυνάμεων, που τόσο χρειάζεται;
Είμαστε πολύ μικροί για να παραστήσουμε τον Άρειο Πάγο που οι αποφάσεις του είναι τελεσίδικες.
Η απάντηση λοιπόν πρέπει να είναι «όχι», δεν το θεωρούμε προαπαιτούμενο για να κάτσουμε σε ένα τραπέζι για να συζητήσουμε για ένα κοινό πρόγραμμα που θα συμβάλλει σε ένα μέτωπο του λαού. Ένας από τους λόγους συγκρότησης του Μετώπου Αλληλεγγύης και Ανατροπής ήταν η ενωτική κουλτούρα απέναντι στους διαιρετικούς μηχανισμούς. Αυτό έχει καθορίσει τις συνεχείς ενωτικές μας πρωτοβουλίες και δεν πρόκειται να το εγκαταλείψουμε.
Είναι όμως βέβαιο ότι σε μια ανοικτή και δημόσια συζήτηση η αντίληψη ότι οι άνεργοι θα αρχίσουν να απολαμβάνουν κοψίδια μέσα στην Ευρωζώνη με μια κυβέρνηση ας πούμε «αριστερή» δεν θα μπορέσει να σταθεί ούτε λεπτό. Και η ανάγκη να υπάρξει κοινή επεξεργασία για μια προοδευτική στρατηγική εξόδου θα γίνει από όλους δεκτή. Κι από αυτούς που έχουν δισταγμούς και ενστάσεις – φτάνει απλώς να είναι ειλικρινείς.
Σε αυτά τα πλαίσια, λοιπόν, να σκεφθούμε μια ακόμα πρόταση του ΜΑΑ για δημόσια συζήτηση παρουσία του κόσμου σε μια από τις μεγάλες πανεπιστημιακές αίθουσες, προς την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, τον ΣΥΡΙΖΑ, τις άλλες οργανώσεις της αριστεράς με θέμα :
«Θέλουμε ένα Μέτωπο, όχι εκλογικό, όχι καιροσκοπικό, σε στέρεα προγραμματική και κινηματική βάση; Ας συζητήσουμε λοιπόν μπροστά στους εργαζόμενους και τη νεολαία».

(Το κείμενο αυτό είναι ανάπτυξη των σκέψεων για το ευρώ, από την παρέμβαση του Α.Α. στη Σύσκεψη του ΜΑΑ στις 2.3.2012, με στοιχεία από τη συζήτηση που έγινε).

2) Ανακοίνωση για το PSI «Ολική Παύση Πληρωμών : Όσο πιο γρήγορα, τόσο καλύτερα»

Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής 

Πρώτο, η πρώτη πράξη του γνωστού και χιλιοπαιγμένου πια θεατρικού έργου της κυβέρνησης και των μέσων ενημέρωσης για το «θρίαμβο» και τη «σωτηρία» της Ελλάδας άρχισε ήδη να παίζεται, για ν’ ακολουθήσει σε λίγο η επίσης πια γνωστή δεύτερη φάση: της κατάρρευσης και της χρεοκοπίας. Κι αυτή είναι και βέβαιη και σύντομη. Το ελληνικό χρέος, μετά το PSI, βρίσκεται κοντά στο 140% του ΑΕΠ, που ασφαλώς και δεν είναι βιώσιμο, ειδικά σε μια χώρα παγιδευμένη επί μακρόν στην περιδίνηση της ύφεσης και του δημοσιονομικού φαύλου κύκλου. Ήδη αυτό επιβεβαιώνεται κι από την «γκρίζα αγορά», στην οποία έχουν αρχίσει άτυπες δοσοληψίες στα νέα ομόλογα που θα εκδώσει η Ελλάδα για τους ιδιώτες επενδυτές, όπου η τιμή αγοράς είναι 17-28 λεπτά σε σχέση με ονομαστική αξία 1 ευρώ ενώ τα επιτόκια κινούνται σε ύψος 17-21%, δηλαδή μεγαλύτερο ακόμα κι από τα παλιά ελληνικά ομόλογα – σκουπίδια.

Δεύτερο, τα νέα ομόλογα που παραχωρεί στους ιδιώτες δανειστές η Ελλάδα υπόκεινται στον αγγλικό νόμο, ενώ τα ομόλογα που αντικαταστάθηκαν ανήκαν στη δικαιοδοσία των ελληνικών δικαστηρίων. Αυτό σημαίνει ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να επιβάλλει εθνικούς διακανονισμούς στο τροποποιημένο χρέος - και ειδικότερα στην περίπτωση που αποχωρήσει από την Ευρωζώνη – και, εφόσον οι περιστάσεις επιβάλουν να νομοθετήσει για την μετατροπή του χρέους από ευρώ σε εθνικό νόμισμα, θα βρεθεί μπροστά σε τεράστιες νομικές αντιστάσεις. 
Τρίτο, η Ελλάδα όχι μόνο επιβαρύνεται με 20 δις χρέος παραπάνω, δηλαδή για το δάνειο των 130δις της νέας δανειακής σύμβασης έναντι των 110 δις του «κουρέματος» του PSI αλλά και με βαρύτερους όρους, αφού το συνολικό νέο χρέος των 130 δις ευρώ κατευθύνεται όχι στις κατεπείγουσες ανάγκες για την αναζωογόνηση της οικονομίας και της απασχόλησης, αλλά για την εξόφληση των δανειστών: 30 δις € άμεση πληρωμή τοις μετρητοίς, 30 δις € «επανακεφαλαιοποίηση», δηλαδή μόνο και μόνο για να μείνουν ιδιωτικές οι τράπεζες συν το χρέος με τα νέα ομόλογα, που μπορεί να προσεγγίσει ακόμα και τα 100 δις €.. Με την απόφαση μάλιστα της Ευρωζώνης, μετά από πρόταση των Γερμανών, νομικά πλέον η εκπλήρωση των δανειακών υποχρεώσεων της Ελλάδας έχει προτεραιότητα σε σχέση με τις κοινωνικές και οικονομικές της ανάγκες. 
Τέταρτο, η σύνθεση του ελληνικού χρέους με το PSI και τη δεύτερη δανειακή σύμβαση αλλάζει πλήρως. Η μείωση του χρέους προς τους ιδιώτες συνδέεται με μια αντίστοιχη κι ακόμη μεγαλύτερη αύξηση του χρέους προς κρατικούς πιστωτές. . Μια Ελλάδα εξαρτώμενη από τις τοκογλυφικές αγορές μετατρέπεται σε μια Ελλάδα εξαρτώμενη από κρατικούς τοκογλύφους. Οι οικονομικές εξαρτήσεις και δεσμεύσεις συμπληρώνονται τώρα από ανοικτές πολιτικές εξαρτήσεις. Η Ελλάδα ως χρεώστρια, τώρα θα βρεθεί σε αντίθεση με τους πιστωτές κράτη μέλη της Ευρωζώνης και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Θα υφίσταται τη διαρκή δημαγωγία ότι οι Γερμανοί, Φιλανδοί, Oλλανδοί φορολογούμενοι πληρώνουν για τους τεμπέληδες Έλληνες και θα βρεθεί σε ακόμη πιο δεινή θέση απομόνωσης, στοχοποίησης, «μαύρου πρόβατου» για την κρίση σε άλλες χώρες. 
Πέμπτο, τα ασφαλιστικά ταμεία – κι εκείνα που εθελοντικά δέχθηκαν κι εκείνα που αντιστάθηκαν αλλά τους επιβάλλεται το κούρεμα μέσα από τις συλλογικές ρήτρες – βγαίνουν ετοιμοθάνατα, σε συνέχεια της «περιπέτειας» των δομημένων ομολόγων αλλά και δεδομένης της μεγάλης ανεργίας που καταβαραθρώνει σήμερα τους πόρους τους. Είναι ωμή πρόκληση για τους έλληνες εργαζόμενους, άνεργους, συνταξιούχους να μην έχει προβλεφθεί μια ειδική ρύθμιση για τα ασφαλιστικά ταμεία και την ίδια στιγμή να εξαιρείται πλήρως από το «κούρεμα», η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και οι κρατικές ευρωπαϊκές κεντρικές τράπεζες. 
Έκτο, η λύση του PSI δεν αποτελεί κρίκο σε μια διαδικασία ανακούφισης και ελάφρυνσης των βαρών στην οικονομία και την κοινωνία. Αντίθετα αποτελεί κρίκο σε μια αλυσίδα νέων βαρών, νέων πληγμάτων, νέων περιορισμών όπως έχει γίνει σαφές από τους όρους της δεύτερης δανειακής σύμβασης για τον κατώτατο μισθό, το επίδομα ανεργίας, τις απολύσεις, τις επικουρικές συντάξεις που προστίθενται στους ασφυκτικούς όρους του πρώτου μνημονίου. Αν η Ελλάδα με την πρώτη δανειακή σύμβαση οδηγήθηκε σε αποδιάρθρωση της οικονομίας και πολιορκία της κοινωνίας, με τη δεύτερη δανειακή σύμβαση που προστίθεται στην πρώτη, οδηγείται στην πλήρη διάλυση της οικονομίας και σε εκβαρβαρισμό της κοινωνίας. Σε παρατεταμένη ύφεση και σίγουρη χρεοκοπία. 
Έβδομο, η αρνητική αυτή εξέλιξη αποτελεί και τη χαριστική βολή σε διάφορες επιλογές διόρθωσης ή μεταρρύθμισης του προβλήματος του χρέους εντός των κριτηρίων της Ευρωζώνης, επιλογές που προβάλλονται ακόμα και τώρα και από τμήματα της αριστεράς. Διάφορες προτάσεις και θέσεις, όπως η «διαγραφή μέρους του χρέους», «η αναβολή των πληρωμών», η «επιμήκυνση του χρόνου εξόφλησης», «η μείωση των επιτοκίων» ενσωματώνονται στο σχέδιο του ιδίου του ευρωπαϊκού καπιταλισμού, όπως άλλωστε δείχνει το PSI και το δεύτερο δάνειο, σ’ ένα πλαίσιο επιδείνωσης του προβλήματος, παράτασης του μαρτυρίου, έντασης του αδιεξόδου. Εδώ που βρισκόμαστε σήμερα δεν υπάρχει άλλος δρόμος από την πλήρη ρήξη με την Ευρωζώνη.
 Όγδοο, κάθε ευρώ που εκταμιεύουμε από το νέο δάνειο κάνει τα πράγματα πιο βαριά και πιο δύσκολα για μια οριστική λύση του προβλήματος σε όφελος του λαού. Η παύση πληρωμών καθίσταται – νομικά και πολιτικά - πιο δύσκολη, με περισσότερες περιπλοκές και εμπόδια, καθώς το μεγαλύτερο μέρος του δανείου πια δεν ανήκει στην εθνική δικαιοδοσία, προέρχεται από κράτη και διακρατικούς οργανισμούς, συνδέεται με ένα πεδίο ευεπίφορο σε λαϊκιστική δημαγωγία και ανθελληνισμό. Όμως η παύση πληρωμών αναδεικνύεται, μαζί με την – αναπόφευκτη πια - πλήρη σύγκρουση με την ευρωζώνη, στο γόρδιο δεσμό για μια Ελλάδα που θα βρει τη δύναμη ν’ αγωνιστεί για να μπει στο δρόμο της ανάπτυξης και της απασχόλησης. Όσο πιο αργά συμβεί τόσο χειρότερα. Όσο πιο γρήγορα, τόσο καλύτερα.
Αθήνα, 9/3/2012

Δεν υπάρχουν σχόλια: